
Γιατί οι γυναίκες παντρευόμαστε ή θέλουμε να συγκατοικήσουμε άραγε; Γιατί μπαίνουμε στην διαδικασία να συγκατοικήσουμε, να περιορίσουμε τα θέλω μας και να χρειάζεται να δίνουμε σε κάποιον λεπτομερή αναφορά και να ακούμε κριτική;
Προσωπικά αυτή η ερώτηση με απασχόλησε όντας παντρεμένη με παιδί. Η καθημερινότητα για μια γυναίκα μετά το παιδί, αλλάζει ριζικά. Ο προσωπικός χρόνος γίνεται ανύπαρκτος και η κούραση διπλασιάζεται. Βέβαια όταν ήμουν ανύπαντρη και διένυα την δεκαετία των 20 ήθελα πολύ να παντρευτώ και να κάνω παιδιά. Τελικά κατέληξα ότι οι λόγοι που τελικά παντρευόμαστε είναι οι εξής:
Αισθάνεσαι ότι ανήκεις κάπου
Μπορεί η γκρίνια και οι καβγάδες να κουράζουν αλλά ένας γάμος δεν είναι μόνο αυτό. Είναι συντροφικότητα, αγάπη, οικειότητα. Είναι η αίσθηση και η σιγουριά ότι ανήκεις σε κάποιον. Ότι έχεις ένα στήριγμα για τα δύσκολα, μια αγκαλιά να μοιραστείς. Το κρεβάτι σου παύει να είναι άδειο και το να δίνεις αγάπη είναι πραγματικά ένα πολύ όμορφο συναίσθημα.
Σταθερή σεξουαλική ζωή
Αυτό το κομμάτι πολύ μου αρέσει και το απολαμβάνω. Υπάρχει ασφάλεια και σιγουριά. Το εφήμερο κουράζει. Άσε που μπορεί και να μην είναι καλό. Όταν όμως είσαι παντρεμένη ξέρεις που να το ψάξεις και σχεδόν πάντα είναι τόσο καλό όσο στην αρχή. Γιατί, αν δεν ήταν, θα χωρίζαμε. Ποιος θέλει να είναι σε έναν γάμο με κακή σεξουαλική ζωή;
Η δημιουργία οικογένειας και η απόκτηση παιδιών
Πέραν από την κούραση και την έλλειψη προσωπικού χρόνου, η απόκτηση παιδιού είναι ό,τι πιο όμορφο μπορεί να αποκτήσει ένα παντρεμένο ζευγάρι. Ξαφνικά ο κόσμος αλλάζει. Ένα γέλιο, ένα χάδι και όλα τα ξεχνάς. Βέβαια, από το πρώτο λεπτό που θα γεννηθεί, μαθαίνεις να ζεις και με τον φόβο. Φοβάσαι για το οτιδήποτε, αλλά οι στιγμές χαράς είναι τόσες πολλές που απλά όλα τα υπόλοιπα έρχονται σε δεύτερη μοίρα.
Μας ένωσε μια ανώτερη δύναμη
Ένας άλλος λόγος που παντρευόμαστε και δεν συγκατοικούμε απλά είναι λόγω θρησκείας. Η ένωση παύει να είναι απλά ανθρώπινη και παίρνει άλλη μορφή εφόσον υπάρχει το θείο στοιχείο. Ότι μια ανώτερη δύναμη μας ένωσε και δεν μπορεί να μας χωρίσει πλέον ούτε ο θάνατος.
Σύνταξη και Επιμέλεια: Δήμητρα Γραμμένου