Μπορεί για ένα διάστημα από το τίποτα και να παραμένεις σιωπηλός.
Μπορεί να παραμένεις σιωπηλός και να κρύβεις τη μεγαλύτερη κραυσή μέσα σου. Αυτή που δεν έχεις ανάγκη να μοιραστείς με κανέναν. Που την αφήνεις να χαθεί στου ουρανού το άπειρο, στης θάλασσας την αγκαλιά. Που έχει την ιδιότητα, το πιο μεγάλο κύμα, να μετατρέψει σε μια μπουνάτσα, αφού χτυπηθεί μαζί του, παλέψει και εν τέλει μετατρέψει σε ένα υγρό χάδι που έρχεται απαλά να αγκαλιάσει, να δροσίσει και να διώξει από πάνω σου, κάθε ένταση, θυμό, ακόμη και ένα πόνο να απαλύνει.
Ξαπλωμένος και αιωρούμενος, κάτω από την προστασία της πυκνόφυλλης άγριας σκαμνιάς.
Απολαμβάνοντας μια ακόμη ανατολή, με καφέ, να ανοίξει μάτι και μυαλό, παρέα με ένα τσιγάρο να επαναφέρει σε τάξη και ηρεμία το εδώ και χρόνια εξαρτημένο στη νικοτίνη σώμα και νου, αποπειρώμαι να πάω το χρόνο πίσω. Είναι κάποια κοινά σημεία που ιντριγκάρουν και ξυπνούν συναίσθημα, και που σε βάζουν σε διαδικασία επαναλειτουργίας, να θες να σκεφτείς, να μιλήσεις, να νιώσεις, να γράψεις. Να κραυγάσεις…. πώς γίναμε έτσι ρε!!!
Μια φέτα ψωμί με νερό και ζάχαρη. Ναι αυτό αρκούσε σε ένα παιδικό πρόσωπο για να λάμψει από χαρά. Η δερμάτινη μπαλωμένη μπάλα παραμάσχαλα, που μόλις είχε φέρει ο «προνομιούχος» ξάδερφος, από την Αθήνα, που φάνταζε πιο μακρινή απ’ την Χονολουλού και την τσατσάρα στη κωλότσεπη, μιας και η πλατεία θα γέμιζε κορίτσια, και εκτός από μπαλαδώροι σπάνιοι και δυσεύρετοι, έπρεπε να είμαστε και σένιοι, μιας και είχε φτάσει η εποχή, που κάτι μέσα μας φτερούγιζε.
Θυμάμαι τη μάνα, σαν έπεφτε το σούρουπο έβγαινε στη γύρα να μας μαζέψει. Ιούλιος ήταν.. και πέρασε, αλλά το μυαλό και η καρδιά ποτέ δεν ξέχασε.
Σύνταξη: Βαγγέλης Τρίμπος