– Ράνια πώς αποφάσισες να φύγεις από την πόλη και να μετακομίσεις στην εξοχή;
«Εξαιτίας ενός πολύ σοβαρού προβλήματος υγείας που μου παρουσιάστηκε αναγκάστηκα να σταματήσω τη δουλειά μου που ήταν απαιτητική, καθώς εργαζόμουν καθημερινά 12 ώρες την ημέρα. Ευθύνες, άγχος και πολύ προσωπική εργασία.» Συγκεκριμένα έχω δισκοκήλες, μία εκ των οποίων επηρέασε τον νωτιαίο μυελό στο κέντρο μνήμης. Άρχισα να ξεχνάω τις ώρες, τις μέρες και τα ονόματα ώσπου δεν θυμόμουν ούτε που είμαι ούτε πως βρέθηκα εκεί. Η λύση ήταν μια. Να σταματήσω τη δουλειά! Έκλεισα το μαγαζί μου και έφυγα μόνιμα στην εξοχή δίπλα στην θάλασσα.»
– Πως ήταν η ζωή σου στην εξοχή τον πρώτο καιρό;
«Στην αρχή δεν ήθελα να βλέπω κόσμο, ωστόσο ερχόντουσαν τα παιδιά μου, οι φίλοι, οι συγγενείς κάθε Σαββατοκύριακο. Μέχρι να καθαρίσω το σπίτι έπρεπε να ετοιμάσω φαγητά και γλυκά και δεν είχα κουράγιο. Τον τελευταίο χρόνο που δυνάμωσα ένιωσα απέραντη μοναξιά. Κόντεψα να πάθω κατάθλιψη. Οι δυο φίλες που έχω στην γειτονιά δεν γέμιζαν την εβδομάδα μου. Τι να σου κάνει η μία ώρα την εβδομάδα με παρέα όταν έχεις συνηθίσει με 200 άτομα την ημέρα; Μου έλειπαν οι γιορτές που κάναμε στον παιδότοπο με τα παιδιά.»
– Πως είναι η ζωή σου τώρα πια, χωρίς δουλειά και στην εξοχή;
«Έχει αλλάξει όλη η ρουτίνα μου. Έχω ηρεμία, καθαρό αέρα και μια μαγευτική θάλασσα στα πόδια μου.»
– Χωρίς δουλειά όμως, πώς νιώθεις;
«Στην αρχή είναι ωραία στο σπίτι. Είναι μια αλλαγή. Η ξεκούραση δυναμώνει τον οργανισμό. Αρχίζεις να νιώθεις ότι επιτέλους μπορείς να κάνεις κάποια πράγματα. Να έχεις καθαρό σπίτι, να πας με μια φίλη για καφέ, να κοιμηθείς ένα χειμωνιάτικο πρωινό όσο θέλεις και να κάθεσαι με την πυτζάμα,τις παντόφλες και με την κούπα του καφέ μπροστά στο παράθυρο.
Όμως, το νόμισμα έχει και την άλλη του όψη. Δεν δουλεύεις δεν έχεις την οικονομική άνεση που είχες συνηθίσει. Δεν πείνας βέβαια και δε σου λείπει τίποτα βασικό. Σου λείπει, όμως, η ανεξαρτησία σου. Σου λείπει να μπορείς να ξοδέψεις για κάτι που απλά το θέλεις και όχι γιατί το χρειάζεσαι. Αφού ηρεμήσεις και αφού ξεκουραστεί το σώμα αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση. Αρχίζεις να νιώθεις μοναξιά. Να νιώθεις πως δεν είσαι ενεργό μέλος της κοινωνίας.»
– Πως περνάει η ώρα σου στην εξοχή;
«Μου αρέσει να γεμίζω τις ώρες μου με πλέξιμο, ράψιμο, ζωγραφική, γλυκά και τώρα τελευταία με την συγγραφή παραμυθιών.»
– Προτιμάς την εξοχή δηλαδή;
«Είναι ωραία στην εξοχή. Αρκεί να έχεις αυτοκίνητο και λεφτά. Δεν είμαι και στην άκρη του κόσμου. Έχω πρόσβαση παντού. Και την ησυχία μου όλον τον χειμώνα έχω. Και όλο το καλοκαίρι γεμίζει κόσμο και παιδιά η περιοχή.»
– Θέλεις να συμπληρώσουμε κάτι για να κλείσουμε την συνέντευξη μας με αυτό;
«Είμαι ευγνώμων που υπάρχει το ίντερνετ και με ενώνει με την Γερμανία, την Κύπρο, τα Γιαννιτσά, τις Σέρρες και όπου αλλού υπάρχουν οι υπέροχες αυτές ψυχές που γνώρισα μέσω του διαδικτύου.»